εκμηδενίζομαι

εκμηδενίζομαι
εκμηδενίζομαι, εκμηδενίστηκα, εκμηδενισμένος βλ. πίν. 34

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κατεξουδενούμαι — κατεξουδενοῡμαι, όομαι (Μ) περιφρονούμαι τελείως, εξουδενώνομαι, αγνοούμαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ἐξ ουδενοῦμαι «εκμηδενίζομαι»] …   Dictionary of Greek

  • μινύθω — (Α) (μόνο στον ενεστ. και στον ιων. πρτ. μινύθεσκον) 1. καθιστώ κάτι μικρότερο, περικόπτω («Ζεὺς δ ἀρετὴν ἄνδρεσσιν ὀφέλλει τε μινύθει τε», Ομ. Ιλ.) 2. ελαττώνω κατά τον αριθμό 3. γίνομαι μικρότερος, ελαττώνομαι («μινύθῃ δὲ τε ἔργον», Ησίοδ.) 4.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”